Σίγησε η φωνή του μελαγχολικού παιδιού από τη Θεσσαλονίκη, που τα τελευταία είκοσι πέντε χρόνια, αποτύπωσε επάξια τον έρωτα, το πάθος, τη νοσταλγία, τη μοναξιά και τόσα άλλα που χαρακτηρίζουν την ελληνική κοινωνία της εποχής μας.
Ένας από τους πλέον αγαπημένους τραγουδοποιούς και ερμηνευτές, ο Νίκος Παπάζογλου, έχασε σήμερα τη «μάχη» με την επάρατη νόσο, σε ηλικία 63 ετών, βυθίζοντας στη θλίψη τον καλλιτεχνικό κόσμο αλλά και τους απανταχού συνοδοιπόρους του… Ο γνωστός καλλιτέχνης νοσηλευόταν στο Διαβαλκανικό Κέντρο από όπου πήρε εξιτήριο πριν από λίγες ημέρες. Τελικά δεν τα κατάφερε και ξεψύχησε σήμερα.
Η κηδεία του Νίκου Παπάζογλου θα γίνει σήμερα στις 16:00, από τον Ιερό Ναό του Αγ. Θεράποντα, της Τούμπας, η γειτονιά όπου γεννήθηκε και έκανε τα πρώτα του βήματα στη μουσική.
Συγκλονισμένος είναι oλόκληρος ο καλλιτεχνικός, πολιτικός κόσμος από την ξαφνική απώλεια του μεγάλου τραγουδοποιού και μουσικού, Νίκου Παπάζογλου.
Η ζωή και το έργο του καλλιτέχνη
Ο Νίκος Παπάζογλου γεννήθηκε στις 20 Μαρτίου του 1948 στη Θεσσαλονίκη, απ΄ όπου ξεκίνησε τη λαμπρή πορεία του, στο μουσικό στερέωμα της χώρας μας.
Σε ένα μικρό στούντιο γράφει τα πρώτα του τραγούδια και κάποια από αυτά τραγουδιούνται από τον Πασχάλη, τον οποίο αντικατέστησε στους OLYMPIANS για να κάνει τη στρατιωτική του θητεία!Οι αρχές της δεκαετίας του '70 τον βρίσκουν στο Aachen της Γερμανίας με το Σαλονικιώτικο συγκρότημα ZEALOT (ΖΗΛΩΤΗΣ). Κάνει προσπάθειες να προωθήσει τη δουλειά του στον ευρωπαϊκό χώρο και ηχογραφεί κάποια κομμάτια στο Μιλάνο.
Επιστρέφει στα πάτρια εδάφη το 1976. Το 1977 συμμετέχει στην παράσταση "Αχαρνής ο Αριστοφάνης που γύρισε από τα θυμαράκια", γεγονός που τον φέρνει σε επαφή με τους Διονύση Σαββόπουλο και Μανώλη Ρασούλη. Με αφορμή αυτή την παράσταση κυκλοφορεί ο ομότιτλος δίσκος στον οποίο επίσης συμμετείχε.
Δυο χρόνια μετά, οι τρεις τους και ο Νίκος Ξυδάκης δημιουργούν αυτό που έμελλε να αφήσει σφραγίδα στη νεοελληνική μουσική σκηνή, το δίσκο "Η εκδίκηση της Γυφτιάς" με την χαμογελαστή εικόνα του Νίκου σε πρώτο πλάνο.
"Τρελλή κι αδέσποτη", "Κανείς εδώ δεν τραγουδά" και άλλα έντεκα κομμάτια που αγαπήθηκαν και τραγουδήθηκαν όσο λίγα.
Έχει ήδη με προσωπική εργασία και μεράκι "οικοδομήσει" το στούντιο του στην Κάτω Τούμπα, το γνωστό ΑΓΡΟΤΙΚΟΝ το οποίο γίνεται γι' αυτόν εργαλείο δημιουργίας μερικών από τα καλύτερα τραγούδια της τελευταίας εικοσαετίας στην Ελλάδα.
Έπεται λοιπόν συνέχεια, το 1979 με το "ΔΗΘΕΝ" των Ξυδάκη - Ρασούλη, στο οποίο τραγουδά μαζί με τον Δημήτρη Κοντογιάννη και τη Σοφία Διαμαντή.
Το 1983 πραγματοποιεί μερικές εμφανίσεις στο ΖΟΟΜ στην Αθήνα με την "Ταχεία Θεσσαλονίκης" που δεν είχαν την αναμενόμενη από το κοινό ανταπόκριση. Την ίδια χρονιά συγκεντρώνει ότι είχε βγάλει από το πλούσιο υλικό της ψυχή του σε μελωδία με στίχο στο γνωστό σε όλους μας δίσκο "ΧΑΡΑΤΣΙ". Με αυτή τη δουλειά δεν κάνει απλά μια ακόμα έκπληξη αλλά σφραγίζει την ελληνική μουσική των νεότερων χρόνων.
Δίσκος σταθμός, "επηρεάζει" αρκετούς νεότερους τραγουδοποιούς και σε συνδυασμό με τους υπόλοιπους που κυκλοφορεί ο Παπάζογλου αργότερα, δημιουργείται η "σχολή της Σαλλονίκης", το "ρεύμα Παπάζογλου"... Ο χαρακτηρισμός αφορά καλλιτέχνες που ακολουθούν τα χνάρια του και διδάσκονται από το ύφος του.
Στο "ΧΑΡΑΤΣΙ" ο Νίκος παντρεύει τη ροκιά με το "αχ", το μπαγλαμαδάκι με την ηλεκτρική κιθάρα και το τσέλο με το μπουζούκι σε ένα εκπληκτικό άκουσμα, αποδεικνύοντας πως ότι είναι γνήσιο δεν έχει όρια και κανονισμούς.
Στο εσωτερικό αυτής της δουλειάς ο ίδιος σημειώνει:
"Η μουσική μας παιδεία, αν μπορεί να ονομαστεί έτσι, είναι ένας κυκεώνας και φαίνεται αυτό στη μουσική που συνθέτουμε, φαίνεται και στις επιλογές μας όταν η ανάγκη και η ευκολία μας θέτουν μπροστά σε εκβιαστικά διλήμματα, οπόταν και αναγκαζόμαστε να πάρουμε θέση. Πάντως όποια απόφαση και να πάρουμε, προδίδουμε ένα κομμάτι του εαυτού μας, γιατί τα ετερόκλητα μας συνιστούν. Η αγάπη είναι ισχυρότερο πράγμα από τη διαφορά, το ζήτημα είναι να συγκεράσουμε τις μουσικές μας αντιθέσεις, που είναι και οι δικές μας αντιθέσεις, σ' ένα μεικτό και νόμιμο μουσικό είδος".
Το μήνυμα του Νίκου βρήκε χιλιάδες αποδέκτες, αν κρίνει κανείς το γεγονός ότι εκτός από την αρχική κυκλοφορία του, επανακυκλοφορεί στην αγορά (cd) το 1988 και το 1996!
Είκοσι χρόνια μετά και το κλασσικό τραγούδι "ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ" στάζει μέλι, αγαπιέται, σκούπιζει δακρυσμένα μάγουλα και σιγοτραγουδιέται ακόμα με το ίδιο πάθος.
Όπως επίσης ο "Υδροχόος", "Λεμόνι στην πορτοκαλιά" του Μανώλη Ρασούλη και της Βάσως Αλαγιάννη, το "Χαράτσι" του Σιμώτα (στίχος) και τα "Καρυάτιδα", "Στάλα-στάλα", "Με το τραγούδι", "Ευχή", "Χθες βράδυ", "Πέρασα έτσι", "Χτυπάει τηλέφωνο".
Εκτός όμως από τις προσωπικές του δουλειές, τον συναντάμε στη "Ρεζέρβα" (1984) και στο "Ζήτω το ελληνικό τραγούδι" (1986) του Σαββόπουλου. Επίσης στο "Πότε Βούδας πότε Κούδας" δίσκος του Μ. Ρασούλη (1986) όπου τραγουδά το ομότιτλο κομμάτι. Αλλά και στο "Σείριο υπάρχουνε παιδιά" του Χατζιδάκη το 1988.
Στον δίσκο "Ολοι δικοί μας είμαστε" με τους Μ. Ρασούλη, Χ. Νικολόπουλο και Π. Τερζή και στο "Σκόρπια 1" του Μ. Ρασούλη με τη Γλυκερία.
Παράλληλα κυκλοφορούν και οι δικοί του δίσκοι "ΜΕΣΩ ΝΕΦΩΝ" το 1986 και "ΣΥΝΕΡΓΑ" το 1991. Την ίδια χρονιά 30 Σεπτέμβρη 1991 ηχογραφεί και κυκλοφορεί την "ΕΠΙΤΟΠΙΟΣ ΗΧΟΓΡΑΦΗΣΗ" από το θέατρο του Λυκαβηττού.
Διαχρονικές σιωπηλές επιτυχίες, τα τραγούδια των δίσκων του, "Ένα κι ένα", "Ο μοναχός ο άνθρωπος", "Στη ρωγμή του χρόνου", "Φύσηξε ο Βαρδάρης", "Καλημέρα", "Είναι αργά", "Απόψε σιωπηλοί", "Δεν είμαι ποιητής", "Νυκτερινό Α' και Β'", "Όμως εγώ", "Μάτια μου" και τόσες άλλες.
Το 1995 κυκλοφορεί το "ΟΤΑΝ ΚΥΝΔΥΝΕΥΕΙΣ ΠΑΙΞΕ ΤΗΝ ΠΟΥΡΟΥΔΑ" (πουρούδα: στα κυπριακά το κλάξον του ποδηλάτου).
Όλες οι δουλειές του έχουν ηχογραφηθεί στο ΑΓΡΟΤΙΚΟΝ με την ετικέτα "Στρόγγυλοι δίσκοι".
Άξιες αναφοράς είναι και οι συνεργασίες του (στις περισσότερες είχε την επιμέλεια) με το Μανώλη Λιδάκη, τη Γλυκερία, τη Χορωδία Αιγαίου, τη Σαραγούδα Γιασεμή, τους Παλαιολόγους, το Λουδοβίκο των Ανωγείων, τη Νένα Βενετσάνου, τη Λιζέτα Καλημέρη, την Κατερίνα Σιαπάντα, τη Όλγα Δεραινίτη κ.α.
Ο Νίκος στηρίζει τη μουσική με το δικό του τρόπο, δίνοντας ευκαιρίες σε καλλιτεχνικά διαμάντια σαν τον Σωκράτη Μάλαμα, τον Θανάση Παπακωνσταντίνου, τις Μικρές Περιπλανήσεις, τον Ορφέα Περίδη, τη Μελίνα Κανά και αρκετούς άλλους.
Η λεγόμενη «σχολή θεσσαλονίκης» είναι ουσιαστικά η «σχολή Παπάζογλου». Εκείνος άνοιξε το δρόμο, για να ακολουθήσουν όλοι οι υπόλοιποι. Κανείς δεν ξέρει τι μέλλον θα είχαν ο Σωκράτης Μάλαμας, ο Ορφέας Περίδης, ο Θανάσης Παπακωνσταντίνου, οι Μικρές Περιπλανήσεις, ο Γιάννης Μήτσης, η Μελίνα Κανά και τόσοι άλλοι, αν δεν τολμούσε πρώτος ο Παπάζογλου.
Του ανωτέρω απόδειξη είναι οι δίσκοι "ΑΓΡΥΠΝΙΑ", "Η ΠΥΛΗ ΤΗΣ ΑΜΜΟΥ", "Ο ΧΑΣΟΜΕΡΗΣ", "ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΟΥΝΕΝΤΗ", "ΠΑΡΑΜΥΘΙΑ", "ΝΥΧΤΕΣ ΜΑΓΙΚΕΣ"...
Όλα αυτά τα χρόνια, υποστηρίζει τις μουσικές του δημιουργίες με ένα τρόπο που άλλοι καλλιτέχνες δε θα τολμούσαν φοβούμενοι το ρίσκο.
Τα καλοκαίρια μαζί με τους συνεργάτες του, το γκρουπ "Λοξή Φάλαγγα" οργώνει την Ελλάδα δίνοντας συναυλίες. Συνήθως επισκέπτεται ξεχασμένες από τους πολλούς περιοχές, δίνοντας τη δυνατότητα για πραγματική διασκέδαση σε ανθρώπους που ζουν μακριά από τις μεγαλουπόλεις. Το αποτέλεσμα των εμφανίσεων είναι πάντα το ίδιο. Σε όποιο χώρο και αν επιλέξει να εμφανιστεί δημιουργείται το αδιαχώρητο και ο κόσμος δείχνει την αγάπη του για το γνήσιο τραγούδι.
Αποφεύγει να εμφανίζεται στην τηλεόραση και δεν δίνει συνεντεύξεις χωρίς ουσιαστικό λόγο. Λίγοι καλλιτέχνες δείχνουν στη μουσική το σεβασμό με τον οποίο εκφράζεται ο Παπάζογλου. Ψύχραιμη, ήρεμη και ουσιώδης προσωπικότητα, πρότυπο και δάσκαλος (χαρακτηρισμούς τους οποίους ο ίδιος δεν πολυσυμπαθεί) για πολλούς νεότερους που θέλησαν να βαδίσουν στα χνάρια του.
Η φωνή του είναι προικισμένη με ιδιαίτερη χαρακτηριστική χροιά. Βαθύς λυγμός το άκουσμά της, τραγουδοποιός που νιώθει ό,τι με μελωδία ξεστομίζει. Η πορεία και το ύφος του πιστοποιούν όχι απλά τη γνησιότητά του, αλλα μας μαθαίνουν πως τα τραγούδια που είναι αληθινά, αγγίζουν την ψυχή μας χωρίς επεξεργασία και υστερίες.
Μέχρι σήμερα ζούσε έξω από τη Θεσσαλονίκη, σε ένα μεγάλο κτήμα κάπου ανάμεσα στο Πανόραμα και τη Θέρμη, με τη γυναίκα του και τα δύο του παιδιά. Μιλούσε με τα άλογά του, φρόντιζε τα λουλούδια του και κατέγραφε όπου πάει παραδοσιακά τραγούδια. Έπινε μόνο με καλούς φίλους, έγραφε τραγούδια που μιλάνε για πράγματα απλά και αληθινά που αφορούν όλους μας. Αποχωριζόταν την πόλη του μονάχα όταν συνοδοιπορεί με τη "Λοξή Φάλαγγα" για να μας χαρίζει τις καλοκαιρινές ανά την Ελλάδα συναυλίες του.
0 σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου